Από την Νάκμπα στο Σήμερα: Ο Ανολοκλήρωτος Πόλεμος του Σιωνισμού ενάντια στους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες
της Sara Troian
Τον Ιανουάριο του 2025, υπό το παραπλανητικό σύνθημα της «κατάπαυσης του πυρός», το Ισραήλ αναπροσάρμοσε τη γενοκτονική στρατηγική του στην πολιορκημένη Γάζα σε μια ακόμη πιο εξοντωτική μορφή, η οποία δεν χαρακτηρίζεται από αυτοσυγκράτηση αλλά από μια εντατικοποιημένη καταστροφικότητα. Ταυτόχρονα, επέκτεινε τον πόλεμο σε ένα ακόμη φλεγόμενο μέτωπο: την κατεχόμενη Δυτική Όχθη. Ενώ ολόκληρη η περιοχή της ανατολικής Παλαιστίνης έχει τυλιχτεί στη βία, οι κύριοι στόχοι αυτής της τελευταίας επίθεσης υπήρξαν οι προσφυγικοί καταυλισμοί, ειδικά αυτοί της Τζενίν, της Τουλκαρέμ, της Τουμπάς και της Ναμπλούς. Αυτή η απότομη κλιμάκωση δεν μπορεί να διαχωριστεί ούτε από τη συνεχιζόμενη, εικοσάμηνη γενοκτονία στη Γάζα ούτε από την επανέναρξη των καθιερωμένων επιθέσεων κατά της Υπηρεσία Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Παλαιστινίους Πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή (UNRWA) τα τελευταία χρόνια. Αυτές οι λυσσαλέες δυναμικές βρίσκουν τη σύνθεσή τους στο ζήτημα της προσφυγιάς των Παλαιστινίων: το ζωντανό αρχείο της αποστέρησης και της επίμονης καταγγελίας των αποικιοκρατικών, εθνο-εθνικιστικών θεμελίων πάνω στα οποία εδραιώθηκε και συντηρείται η ισραηλινή εποικιστική αποικία.

Στην πραγματικότητα, περίπου το 80% των κατοίκων της Γάζας – όπως και οι Παλαιστίνιοι που ζουν σε καταυλισμούς της UNRWA στη Δυτική Όχθη, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, της Ιορδανίας, του Λιβάνου, της Συρίας, καθώς και πολλοί ακόμη διασκορπισμένοι παγκοσμίως χωρίς τη δυνατότητα επιστροφής – προέρχονται από τη βίαιη εκδίωξη των τριών τετάρτων του αυτόχθονου λαού των Παλαιστινίων από τα εδάφη του, την οποία ενορχήστρωσε η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ κατά την περίοδο 1947–1949[1]. Η εκδίωξη των Παλαιστινίων δεν ήταν μια ιστορική ανωμαλία· αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της υλοποίησης του σιωνιστικού εγχειρήματος στην Παλαιστίνη. Από την απαρχή του, ο Σιωνισμός επεδίωξε τη συστηματική απομάκρυνση του αυτόχθονου πληθυσμού ώστε να εξασφαλίσει την εβραϊκή δημογραφική κυριαρχία και τον μόνιμο έλεγχο σε ολόκληρη την Παλαιστίνη. Στην εξίσωση αυτή, η εκδίωξη και η αποικιοποίηση είναι αμοιβαία εξαρτώμενες: η μία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την άλλη. Από την Νάκμπα και διαμέσου των επόμενων κυμάτων αναγκαστικής εξορίας, το Ισραήλ έχει εξαναγκάσει πάνω από 10 εκατομμύρια Παλαιστίνιους να ζουν αποκομμένοι από τη γη τους, καθιστώντας τον αναγκαστικό εκτοπισμό την καθοριστική στρατηγική του, αντί μια τραγική παράπλευρη συνέπεια. Ωστόσο, η παλαιστινιακή προσφυγιά δεν είναι απλώς μια συνέπεια της ίδρυσης του Ισραήλ – αποτελεί επίσης τη διαρκέστερη απειλή για την ασφάλεια του σιωνιστικού σχεδίου συσσώρευσης και εξάλειψης. Η ίδια η ύπαρξη των Παλαιστίνιων προσφύγων, τόσο εντός της Παλαιστίνης[2] όσο και στη διασπορά (shatāt), αποκαλύπτει τη λογική του μηδενικού αθροίσματος που βρίσκεται στον πυρήνα του Σιωνισμού: αν η Παλαιστίνη ζει, το Ισραήλ πεθαίνει[3]. Οι ιστορίες και οι μνήμες των επιζώντων και των απογόνων τους, ο διαγενεακός πόνος τους, οι αμετάκλητες διεκδικήσεις γης και το επαναστατικό τους πνεύμα – αποκαλύπτουν όχι μόνο την εξωγενή φύση αλλά και την βίαιη αρχιτεκτονική της κυριαρχίας, καταστροφής και διαχωρισμού που υποστηρίζουν το Ισραήλ. Ταυτόχρονα, οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες, και το δικαίωμα της επιστροφής που είναι υφασμένο στο DNA τους, πλήττουν τα θεμέλια της ισραηλινής αποικιακής πραγματικότητας, που χτίστηκε πάνω στη λεία της καταστροφής και της αποστέρησης. Αποτελούν τη διαρκή, ζωντανή και αγωνιστική υπενθύμιση ότι το Ισραήλ και οι έποικοι πολίτες του δεν ανήκουν στη γη που βρίσκεται υπό την κατοχή τους.
Επιπλέον, τα παλαιστινιακά στρατόπεδα προσφύγων υπήρξαν ιστορικά τα επίκεντρα της αντι-αποικιακής αντίστασης – της φυσικής, ανθρώπινης και αναγκαίας απάντησης προκειμένου να σπάσουν οι αλυσίδες της δομικής καταπίεσης. Αυτή η αντίσταση δεν είναι ένα αφηρημένο ιδανικό αλλά μια υλική αναγκαιότητα, σφυρηλατημένη από τις συνθήκες που έχει επιβάλει η σιωνιστική αποικιοποίηση στους Παλαιστινίους. Πηγάζει απευθείας από την απτή πραγματικότητα: τόσο από το ίδιο το μπετόν των εποικισμών, των τειχών και των σημείων ελέγχου που έχουν παραμορφώσει το παλαιστινιακό τοπίο, όσο και από τις καθημερινές βιωμένες πραγματικότητες του εκτοπισμού, της στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων και της ασφυξίας. Η αντίσταση δεν είναι επιλογή, αλλά η αναπόφευκτη σύγκρουση με τη λογική του μηδενικού αθροίσματος πάνω στην οποία έχει οικοδομηθεί το Ισραήλ – μια κρατική δομή, φορέας του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και της δυτικής ηγεμονίας, που περιορίζει τους Παλαιστινίους σε μια κατάσταση ανυπαρξίας και υπανθρωπίας, επιδιώκοντας τη διαγραφή τους. Είναι ζήτημα επιβίωσης και μια συνεχής, ζωογόνος προσπάθεια για τη χάραξη ενός απελευθερωτικού μέλλοντος που θα ανήκει στους καταπιεσμένους. Για να δανειστούμε τα λόγια της Μανάαρ Σάμιεχ [Manar Shamieh], μιας Παλαιστίνιας προσφύγισσας από τον κατευλισμό της Σατίλα στον Λίβανο: «Από τα στήθη των μανάδων μας θηλάζουμε την αντίσταση. Αναπνέουμε αντίσταση και Παλαιστίνη.»[4]
Για όλους αυτούς τους λόγους, οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες και οι καταυλισμοί τους υπέστησαν πιο έντονα τις συνέπειες της εποικιστικής-αποικιακής βίας. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών, το Ισραήλ, υπό την αιγίδα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, επιτέθηκε ανελέητα σε αυτούς τους καταυλισμούς – από την Ιορδανία στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και τις αρχές του 1970, στον Λίβανο τη δεκαετία του 1980 και πιο πρόσφατα στη Συρία – επιδιώκοντας τη διάλυση της πολιτικής συγκρότησης και της στρατιωτικής ισχύος της παλαιστινιακής αντίστασης. Εντός της Παλαιστίνης, έχει χρησιμοποιηθεί ένα διαφορετικό σύνολο τακτικών για να περιορίσει και να καταστείλει το αντι-αποικιακό αίσθημα στους καταυλισμούς: κοινωνικός έλεγχος, οικονομικός στραγγαλισμός και σκόπιμη αποδυνάμωση των θεσμών ώστε να αποτραπεί η ανάδυση οργανωμένης αντίστασης. Αυτές οι μορφές δομικής βίας έχουν συνοδευτεί από τακτικές καταστροφικές επιθέσεις.
Η Γάζα έχει χρησιμοποιηθεί τόσο ως ο κύριος στόχος όσο και ως πεδίο δοκιμής για αυτές τις πολιτικές περιορισμού και εξόντωσης. Από το 1948, το Ισραήλ έχει εξαπολύσει 12 κύριους πολέμους, ενώ έχει εντείνει σταθερά τον έλεγχο σε κάθε πτυχή της ζωής των Παλαιστινίων σε αυτή την περιοχή των 363 τετραγωνικών χιλιομέτρων – από το νόμισμα και τη φορολόγηση, έως τη μετακίνηση, την καταγραφή του πληθυσμού και το εμπόριο. Υπό το πρόσχημα των ζωνών ασφαλείας, των στρατιωτικοποιημένων φραχτών και των ανελέητων θαλάσσιων περιπολιών, έχει συρρικνώσει τα χερσαία και θαλάσσια σύνορα της Γάζας. Αυτό το σύστημα κυριαρχίας θεσμοθετήθηκε περαιτέρω με τον ασφυκτικό αποκλεισμό που το Ισραήλ εφάρμοσε το 2007, υποχρεώνοντας τη Γάζα να εξαρτηθεί από την ανθρωπιστική βοήθεια, σακάτεψε την οικονομία της και τη μετέτρεψε σε ένα εργαστήριο για τα νέα όπλα που προορίζονται για εξαγωγή στις διεθνείς αγορές. Αυτή η δομική βία διανθίζεται περιοδικά από τη στρατιωτική τακτική του Ισραήλ που ονομάζεται «κούρεμα του γκαζόν» – δηλαδή την εξαπόλυση τακτικών, καταστροφικών και φονικών επιθέσεων για την αποδυνάμωση των δυνατοτήτων της παλαιστινιακής αντίστασης. Η Επιχείρηση Κατακλυσμός του Αλ-Άκσα της 7ης Οκτωβρίου 2023 σηματοδότησε μια ρήξη σε αυτή τη στρατηγική του περιορισμού, αναγκάζοντας το Ισραήλ να κλιμακώσει ανοιχτά τις γενοκτονικές τακτικές.

Εν τω μεταξύ, οι Ισραηλινοί ηγέτες συνηγορούν εδώ και καιρό υπέρ της εδραίωσης του ελέγχου επί της Δυτικής Όχθης, συμπεριλαμβανομένης της ανατολικής Ιερουσαλήμ. Η εκστρατεία αυτή έχει προχωρήσει με εντατικότερο ρυθμό καθ’ όλη τη δεκαετία του 2020, με τις ισραηλινές δυνάμεις να επεκτείνουν την κλίμακα της αρπαγής γης μέσω μαζικών εξώσεων και κατεδαφίσεων κατοικιών, διακρίσεων στον πολεοδομικό σχεδιασμό, καθώς και την χρήση της συλλογικής τιμωρίας. Ιδιαίτερα στους καταυλισμούς προσφύγων, οι ισραηλινές δυνάμεις γενοκτονίας έχουν εξαπολύσει όλο και συχνότερες και φονικότερες επιδρομές, εφαρμόζοντας επιθετικές τακτικές καταστολής εξεγέρσεων και – από τον Ιούνιο του 2023 – καταφεύγοντας σε αεροπορικές επιδρομές στους καταυλισμούς για πρώτη φορά μετά από δύο δεκαετίες, ενώ ταυτόχρονα δολοφονούν τους δημοσιογράφους που καταγράφουν αυτές τις επιθέσεις. Αυτή η τροχιά άγγιξε ένα νέο επίπεδο τον Ιανουάριο του 2025 με την έναρξη της «Επιχείρησης Σιδηρούν Τείχος». Οι ισραηλινές δυνάμεις γενοκτονίας έχουν αναπτύξει κάθε διαθέσιμο όπλο, από στρατεύματα και στρατιωτικά οχήματα έως αεροπορικές επιδρομές και drones για να στοχεύσουν κρίσιμες υποδομές, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων υγείας και για να καταστρέψουν σωλήνες ύδρευσης και αποχέτευσης, διακόπτοντας παράλληλα την παροχή νερού, τροφίμων, ιατροφαρμακευτικού υλικού, ανθρωπιστικής βοήθειας και ηλεκτρικού ρεύματος. Εκατοντάδες έχουν σκοτωθεί, χιλιάδες έχουν τραυματιστεί, και δεκάδες χιλιάδες έχουν εκτοπιστεί βίαια υπό την απειλή όπλων από τετρακόπτερα ή από εντολές εκκένωσης. Σημεία ελέγχου, φράγματα και σιδερένιες πύλες έχουν ξεφυτρώσει σαν αγκάθια σε όλη τη Δυτική Όχθη, ενώ οι εποικισμοί έχουν επεκταθεί μαζικά, ενισχύοντας την απομόνωση και τον κατακερματισμό των κοινοτήτων, των χωριών και των πόλεων σε ολόκληρη την κατεχόμενη Παλαιστίνη. Εν τω μεταξύ, οι σιωνιστικές δυνάμεις έχουν εντείνει το ήδη ζοφερό ιστορικό πολιτικών διώξεων, με μαζικές κρατήσεις και συλλήψεις, υποβάλλοντας τους Παλαιστίνιους – συμπεριλαμβανομένων των ανηλίκων – σε βίαιες ανακρίσεις, βασανιστήρια, ακόμα και σεξουαλικές επιθέσεις, καθώς και στη εξαπόλυση επιθετικών σκύλων. Μέσα από αυτές τις τυποποιημένες τακτικές που προέρχονται από τη Γάζα, αλλά με την ανοιχτή στήριξη της Παλαιστινιακής Αρχής, η ισραηλινή επιθετικότητα έχει κατακλίσει ολόκληρη τη βόρεια Δυτική Όχθη, καθώς και τη Ραμάλα, την Ιεριχώ, τη Βηθλεέμ, την Ιερουσαλήμ και τη Χεβρώνα.
Μέσα σε αυτή τη συγκυρία, ούτε η γενοκτονία στη Γάζα ούτε η «Επιχείρηση Σιδηρούν Τείχος» πρέπει να ιδωθούν ως μία κλιμάκωση, αλλά μάλλον ως την κορύφωση μιας χρόνιας και εσκεμμένης διαδικασίας εξάλειψης των προσφύγων. Το ίδιο το όνομα της επιχείρησης αντανακλά αυτή την ιστορική συνέχεια. Το Σιδηρούν Τείχος ήταν το θεμελιώδες έργο του Ze’ev Jabotinsky, το οποίο διαμόρφωσε τον ιδεολογικό πυρήνα του Σιωνισμού και εξακολουθεί να καθοδηγεί το όραμα και την πράξη της πολιτικής ηγεσίας του. Το 1923, ο Jabotinsky έγραψε ότι οι Παλαιστίνιοι, όπως «κάθε ιθαγενής πληθυσμός, πολιτισμένος ή όχι, θεωρούν τη γη τους ως την εθνική τους πατρίδα, της οποίας είναι οι μόνοι κύριοι, και θα αρνούνται πάντα να δεχθούν όχι μόνο νέους κυρίαρχους, αλλά ακόμη και νέους εταίρους ή συνεργάτες»[5]. Για να επιτύχει, λοιπόν, η σιωνιστική αποικιοκρατία, η απάντηση ήταν να «εγερθεί ένα Σιδηρούν Τείχος εβραϊκής στρατιωτικής δύναμης»[6] για να συνθλίψει την παλαιστινιακή αντίσταση – συμβολικά, πνευματικά και στρατιωτικά. Αυτό υπογραμμίζει ότι η άνευ προηγουμένου αγριότητα που έχει εξαπολύσει το Ισραήλ, με την ενεργή συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών και των ευρωπαϊκών δυνάμεων, επί της Παλαιστίνης δεν είναι μια αναζωπύρωση, αλλά η συνεχιζόμενη εκδήλωση ενός εκμεταλλευτικού, καταπιεστικού και επεκτατικού εγχειρήματος που έχει λεηλατεί συστηματικά την περιοχή για πάνω από έναν αιώνα – με την πιο ακραία του έκφραση να είναι η σιωνιστική αποικιοποίηση της Παλαιστίνης. Οι εκστρατείες αυτές αποτελούν μέρος του μακρόπνοου, ανεκπλήρωτου σχεδίου του «Eretz Israel», το οποίο οι σιωνιστικές δυνάμεις απέτυχαν να ολοκληρώσουν το 1948 και ξανά το 1967.
Εντείνοντας τον πόλεμο κατά των Παλαιστινίων προσφύγων, το Ισραήλ κλιμάκωσε την επί δεκαετίες εκστρατεία του για τη διάλυση της UNRWA. Η προσπάθεια αυτή σηματοδοτεί την κορύφωση των συστηματικών επιθέσεων από το Ισραήλ και των συμμάχων του εναντίον της Υπηρεσίας, η οποία ιδρύθηκε το 1949 για να παρέχει ανθρωπιστική βοήθεια και να διασφαλίζει τα δικαιώματα των Παλαιστινίων μέχρι να επιτευχθεί μια «δίκαιη λύση» στο προσφυγικό ζήτημα – συμπεριλαμβανομένης της υλοποίησης του αναφαίρετου δικαιώματος της επιστροφής των Παλαιστινίων. Επομένως, περισσότερο από μια ανθρωπιστική κρίση, η διάλυση της UNRWA αποτελεί έναν κατ’ εξοχήν πολιτικό ελιγμό – ένα υπολογισμένο βήμα του Σιωνισμού και του Δυτικού ιμπεριαλισμού, που έχουν καταδικάσει την Παλαιστίνη σε εξαφάνιση μέσω του εποικισμού, ως μέρος της ατζέντα τους για την ευρύτερη κυριαρχία στην περιοχή. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι το καθεστώς του πρόσφυγα και το συλλογικό και ατομικό δικαίωμα της επιστροφής των Παλαιστινίων δεν συνδέεται και δεν μπορεί να συνδεθεί ή να αναγνωριστεί νομικά «μόνο» μέσω της εγγραφής στην UNRWA ή σε οποιονδήποτε άλλον διεθνή οργανισμό. Το καθεστώς αυτό και τα συνακόλουθα δικαιώματα αποτελούν μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα και συνθήκη, που απορρέει από την εφαρμογή του εποικιστικού αποικιακού εγχειρήματος, είναι μια αδικία που αργά ή γρήγορα θα πρέπει να διορθωθεί. Ωστόσο, είναι αναντίρρητο ότι το Ισραήλ, με τη συνενοχή των ΗΠΑ και της διεθνούς κοινότητας, επιχειρεί να εξαλείψει την UNRWA όχι μόνο ως οργανισμό παροχής βοήθειας, αλλά και ως θεσμικό χώρο που θα μπορούσε να εξυπηρετήσει την προώθηση των πολιτικών διεκδικήσεων των Παλαιστινίων προσφύγων μέσα στο πλαίσιο του ΟΗΕ.
Αυτός ο εξολοθρευτικός λαβύρινθος είναι το αποκορύφωμα μιας μακρόχρονης, σκόπιμης και συστηματικής διαδικασίας του σιωνιστικού εποικιστικού αποικισμού που στοχεύει στην εξάλειψη κάθε ζωντανής απόδειξης της Νάκμπα. Την ίδια στιγμή, αναδεικνύει και τη λύση: την επιστροφή των Παλαιστινίων στις 1.193 πόλεις και χωριά τους – την αποκατάσταση των Παλαιστινίων στα σπίτια τους, τη γη και την αξιοπρέπειά τους, από τα οποία εκδιώχθηκαν δια της βίας την περίοδο μεταξύ 1947 και 1949. Η επιστροφή είναι η οδός προς την αποαποικιοποίηση, όπως αυτή ενσαρκώνεται στο όραμα του Παλαιστίνιου συγγραφέα Γασάν Καναφάνι, που βρίσκεται διατυπωμένο στο έργο του Επιστροφή στη Χάιφα:
«Η Παλαιστίνη είναι κάτι για το οποίο αξίζει ένας άνθρωπος να πάρει τα όπλα, να πεθαίνει γι’ αυτό… Κάναμε λάθος όταν νομίζαμε ότι η πατρίδα ήταν μόνο το παρελθόν. Για τον Χάλεντ, η πατρίδα είναι το μέλλον.»
[1] Salman Abu-Sitta, The Palestinian Nakba 1948: The Register of Depopulated Localities in Palestine (The Palestinian Return Centre, 2000), κεφ. 15.
[2] Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ως πρόσφυγας ορίζεται το άτομο που, λόγω βάσιμου φόβου δίωξης, εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του αναζητώντας ασφάλεια σε μια άλλη. Με βάση αυτόν τον ορισμό, οι Παλαιστίνιοι που εκτοπίστηκαν βίαια κατά τη διάρκεια της Νάκμπα και παρέμειναν εντός των συνόρων της Παλαιστίνης – από τον Ιορδάνη ποταμό έως τη Μεσόγειο – αλλά εμποδίζονται συστηματικά από το Ισραήλ να επιστρέψουν στις πόλεις και τα χωριά τους, δεν θα έπρεπε να κατηγοριοποιούνται ως πρόσφυγες, αλλά ως εσωτερικά εκτοπισμένα πρόσωπα (Internally Displaced Persons). Η ταξινόμησή τους ως «πρόσφυγες» ουσιαστικά κανονικοποιεί τη βία της Ισραηλινής εποικιστικής αποικίας και νομιμοποιεί σιωπηρά τα σύνορα που έχει επιβάλει μέσω της απαλλοτρίωσης. Ένας χαρακτηρισμός όπως ο συγκεκριμένος κινδυνεύει να διαγράψει την πολιτική και υλική πραγματικότητα ότι η ίδια η ύπαρξη αυτών των συνόρων αποτελεί προϊόν του ίδιου εποικιστικού αποικιακού σχεδίου που ευθύνεται για τον αναγκαστικό εκτοπισμό και τη στέρηση των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων. Συνεπώς, σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ο όρος «εσωτερικά εκτοπισμένος Παλαιστίνιος» θα ήταν πιο ακριβής.
[3] Ο καθηγητής Steve Salaita έχει αναλύσει εκτενώς αυτό το ζήτημα στο “Some Lessons about Zionism and Anti-Zionism from an Ongoing Genocide”, 19 Ιουλίου 2024.
[4] The Last Sky, σκηνοθεσία Nicholas Hanna, παραγωγή Rihab Charida, 2024.
[5] Vladimir Ze’ev Jabotinsky, The Iron Wall (1923).
[6] Ό.π.
____________________________________________________________________________
Η Sara Troian είναι υπότροφος του Ιρλανδικού Συμβουλίου Έρευνας και του Hume στο Τμήμα Δικαίου και Εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου Maynooth. Η έρευνά της εξετάζει την ένταση μεταξύ του διεθνούς δικαίου, του ιμπεριαλισμού και της απελευθέρωσης στην Παλαιστίνη. Εκτός από το ακαδημαϊκό της έργο, έχει επίσης εργαστεί ως ερευνήτρια στο Renaissance Strategic Center της ΜΚΟ Arab Renaissance on Democracy and Development με έδρα την Ιορδανία.
Πηγή: https://thisweekinpalestine.com/from-nakba-to-now/